η μελωδια τησ ψυχησ |
Ένα άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα.
Χτύπησα την πόρτα και μπήκα. Μου' δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό. "Είδες – μου λέει – γεννήθηκε η ευσπλαχνία". Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ. Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες Και δε θα' χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ' αυτό. ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Ναι, αγαπημένη μου. Πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα. Σαν είμουνα παιδί και μ’ έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου έσκυβε και με ρωτούσε. Τι έχεις αγόρι; Δε μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα. Και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι είτανε για να μάθω να σου γράφω τραγούδια. Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής είταν που αργούσες ακόμα όταν τη νύχτα κοίταζα τ’ αστέρια είταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου κι όταν χτύπαγε η πόρτα μου κι άνοιγα δεν είτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο είταν η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα. Πάντοτε. Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά – θυμάσαι; – μου άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου. Α, θα ‘θελα να φιλήσω τα χέρια του πατέρα σου, της μητέρας σου τα γόνατα που σε γεννήσανε για μένα να φιλήσω όλες τις καρέκλες που ακούμπησες περνώντας με το φόρεμα σου να κρύψω σα φυλαχτό στον κόρφο μου ένα μικρό κομμάτι απ’ το σεντόνι που κοιμήθηκες. Θα μπορούσα ακόμα και να χαμογελάσω στον άντρα που σ’ έχει δει γυμνή πριν από μένα να του χαμογελάσω, που του δόθηκε μια τόση ατέλειωτη ευτυχία. Γιατί εγώ, αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι πιο πολύ απ’ τον έρωτα εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και την ελπίδα, τα δάκρυα και πάλι την ελπίδα. Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή… . . ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Ήξερες να δίνεσαι αγάπη μου… Δινόσουνα ολάκερη και δεν κράταγες για τον εαυτό σου παρά μόνο την έγνοια αν ολάκερη έχεις δοθεί… Όλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο αγάπη μου τότε που μου χαμογελούσες… Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωη μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου αγαπημένη μου… Μα και τι να πει κανείς… Όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου τόσο μεγάλα.. Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου έζησα όλη τη ζωή… Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα και τότε όλα τα βράδια κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας… Θάθελα να φωνάξω τ’ονομά σου,αγάπη, μ’ όλη μου τη δύναμη… Να το φωνάξω τόσο δυνατά που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο, καμιά ελπίδα να μη πεθάνει… Θε μου πόσο ήταν όμορφη σαν ένα φωτισμένο δέντρο μια παλιά νύχτα των Χριστουγέννων Συχώρα με, αγάπη μου, που ζούσα πριν να σε γνωρίσω… Μισώ τα μάτια μου, που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου.. Θα σ’ ακούω σαν τον τυφλό που κλαίει, ακούγοντας μακριά τη βουή μιας μεγάλης γιορτής σ’ αναζητάω σαν τον τυφλό, που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας σ’ενα σπίτι που’ πιασε φωτιά, α, για να γεννηθείς εσύ κι εγώ για να σε συναντήσω γι αυτό έγινε ο κόσμος… Κι εσύ, αγαπημένη, όταν με διώχνεις, κλείνεις έξω απ’ την πόρτα σου έναν ολάκερο πικραμένο κόσμο.. Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον, είμαστε κιόλας νεκροί… Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό έξω απ’ την πόρτα σου, εσύ θα ξέρεις, πως πέθανε σφαγμένος απ’ τα μαχαίρια του φιλιού, που ονειρευότανε για σένα… Ποδοπάτησε με, να έχω τουλάχιστον την ευτυχία να μ’αγγίζεις… . ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ |
Archives
March 2024
Categories
All
|