η μελωδια τησ ψυχησ |
. . Ήταν λίγο πριν τελειώσει η αιωνιότητα
όταν γύρισα και κοίταξα μήπως απέμειναν Άνθρωποι σ`εκείνον τον άγνωστο πλανήτη που ονόμαζαν Γη ... Καμμία σιωπή δεν άλλαξε το τοπίο της αλαφιασμένης μας εποχής . Οι λέξεις , σερνόντουσαν πίσω από νοήματα ανύπαρχτα και εγώ , έψαχνα ακόμη για την Φωνή σου ... που να χάθηκες άραγε , "Αλήθεια" ; . ΜΑΡΙΑ ΝΑΝΤΗ Εμείς που ξεκινήσαμε για το προσκύνημα τούτο κοιτάξαμε τα σπασμένα αγάλματα Ξεχαστήκαμε και είπαμε πως δε χάνεται η ζωή τόσο εύκολα πως έχει ο θάνατος δρόμους ανεξερεύνητους και μια δική του δικαιοσύνη πως εμείς ορθοί στα πόδια μας πεθαίνουμε μέσα στην πέτρα αδερφωμένοι Ενωμένοι με την σκληρότητα και την αδυναμία, οι παλμοί νεκροί ξέφυγαν απ’τον κυκλο και αναστήθηκαν μέσα σε μια παράξενη ησυχία. . . ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ * Έλληνας διπλωμάτης και ποιητής και ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ. Είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές και εκ των δύο μοναδικών Ελλήνων βραβευμένων με Νόμπελ Λογοτεχνίας, μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη. ότι μπόρεσα ν’αποχτήσω μια ζωή απο πράξεις ορατές για όλους,
επομένως να κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια, το χρωστώ σ’ενα είδος ειδικού θάρρους που μου’δωκεν η ποίηση: να γίνομαι άνεμος για το χαρταετό και χαρταετός για τον άνεμο, ακόμη και όταν ουρανός δεν υπάρχει. Δεν παίζω με τα λόγια. Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς να σημειώνεται μέσα στη «στιγμή» όταν καταφέρει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια. Οπόταν, πραγματικά, και η Θλίψις γίνεται Χάρις και η Χάρις Άγγελος η Ευτυχία Μοναχή και η Μοναχή Ευτυχία. με λευκές, μακριές πτυχές πάνω απο το κενό ένα κενό γεμάτο σταγόνες πουλιών, αύρες βασιλικού και συριγμούς υπόκωφου Παραδείσου. . ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ * Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σκάει το κύμα στη γραμμή του φεγγαριού, ταράσεται το μέσα της να μ'εύρει, αφρό,βυθό αγάπησα, δικά της μυστικά, κ'όταν σωπαίνω σαν παιδάκι με γυρεύει... Θάλασσα μου 'δωσε το νού, θάλασσα μου τον πήρε... Γυναίκα,μήτρα λίκνο και λαλιά, στ'απέραντο το τέρμα της πώς μ'έχει, ζώ ... και ταξίδεψα μ'αλμύρα στ'ανοιχτά, αιώνιος φάρος της θα γίνω να με βρέχει... Θάλασσα μου 'δωσε το νού, θάλασσα μου τον πήρε... . ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΒΟΥΣΙΑΝΗΣ . https://www.youtube.com/watch?v=BH0sLhuAIRM From childhood's hour I have not been
As others were -- I have not seen As others saw -- I could not bring My passions from a common spring -- From the same source I have not taken My sorrow -- I could not awaken My heart to joy at the same tone -- And all I lov'd -- I lov'd alone -- Then -- in my childhood -- in the dawn Of a most stormy life -- was drawn From ev'ry depth of good and ill The mystery which binds me still -- From the torrent, or the fountain -- From the red cliff of the mountain -- From the sun that 'round me roll'd In its autumn tint of gold -- From the lightning in the sky As it pass'd me flying by -- From the thunder, and the storm -- And the cloud that took the form (When the rest of Heaven was blue) Of a demon in my view – EDGAR ALLAN POE http://poestories.com/read/alone . painter:Edvard Munch […] Φοβήθηκα τη μοναξιά και φαντάστηκα ανθρώπους. Τους είδα να πέφτουν απ’ το χέρι μιας ήσυχης σκόνης, που διέτρεχε μιαν ηλιαχτίδα κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης. Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες ορθόδοξης ερημιάς. Όχι, δεν είμαι λυπημένη. Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα. Και δεν μού’ λειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα. Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια, σκοτεινή, με ακόνισε. Όχι, δεν είμαι λυπημένη. Όσο μπόρεσα έφερ’ αντίσταση σ’ αυτό το ποτάμι όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει, κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό στα ξεροπόταμα και παρασύρθηκα. Όχι, δεν είμαι λυπημένη. Σε σωστή ώρα νυχτώνει. . ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ απόσπασμα . photo: Peter Lindbergh [...]Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας μπορεί να φαντάζουμε κιόλας πως θα πετάξουμε, γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω το θόρυβο του φουστανιού μου, σαν το θόρυβο δυο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν, κι όταν κλείνεσαι μέσα σ’ αυτόν τον ήχο του πετάγματος νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου, κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα, μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους, δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου, (δεν είναι τούτο η λύπη μου – η λύπη μου είναι που δεν ασπρίζει κ’ η καρδιά μου). Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου. Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα, μοναχός στη δόξα και στο θάνατο. Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί. Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου. ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ -απόσπασμα Από ξεχασμένους τοίχους εκλιπαρούν οι σιωπές να τις προσέξει ο χρόνος. Η σκόνη, ετοιμόρροπη, αιωρείται στην αγκαλιά των ιστών, μιλάει συνθηματικά στα αδιάφορα βλέμματα. Ίσως και να την προσέξουν. Οι ανοιχτές πόρτες σαστισμένες, δεν μπαίνει πλέον κανένα κύτταρο, ούτε σαν βιαστής της μοναξιάς. Τα λιγοστά χαμόγελα ζουν έναν περίεργο θάνατο, μέσα στην καρδιά του κόσμου δηλώνουν αγνοούμενα. Όμως, για δες… ο μαραμένος βασιλικός μοσχοβολάει ακόμα. ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΣΙΛΑΚΟΣ " Ανάμεσα σε δυο στιγμές ", Εκδόσεις Σοκόλη . *το συγκεκριμένο ποίημα, έλαβε τιμητική διάκριση στους 31ους ποιητικούς αγώνες Δελφών που διοργάνωσε η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών. . photo: David Tchalidze Φοβάμαι… Μεταθέτω την αντίδραση μου για αργότερα Τότε που θα έχουν και πάλι αποφασίσει άλλοι για μένα Ερήμην μου. Διστάζω... Με κουράζει κι αυτή η οχλοβοή γύρω μου. Καλά είμαι. Εγώ θα αναχαιτίσω το παρόν ; Εγώ θα υποδεχτώ το μέλλον ; Μπα.. μια σκέτη απάτη όλο αυτό. Με κοιτάν’ με αποστροφή οι ώρες... Τι ζητάνε από μένα ; Θεατής θέλω να μείνω. Θεατής του δειλού εαυτού μου. Ναι, τον είδα και κάποτε που έσπρωχνε ομίχλες… Χα ! τι κατάλαβε.. ; Ήρθαν ατέλειωτες εκτάσεις σκιάς από τότε και σύνθλιψαν τους ήλιους της γης μου. Με υποσχέσεις και χαμόγελα ήρθαν. Σαν φίλοι έμπασαν τα κίτρινα μάτια τους να με φωτίσουν και βάφτισαν νομοτέλεια κάθε σκοτάδι. Και σάλπιγγες, σάλπιγγες πολλές φώναζαν το πόσο μ’ αγαπάνε. Και τα στόματα τους έσταζαν μέλια. Μείνε εκεί, μου έγνεφαν με στοργή. Χωρίς μνήμη. Καλά είσαι.. Εκεί, στην ασφαλή επικάλυψη της συνήθειας. Και τα παιδιά μου τα ‘διωξα… Μια μέρα ξεγελώντας τον εαυτό μου τα ‘διωξα μακριά. Άνοιξα μια ρωγμή μέσα μου και σφάλισα τις μορφές τους. Ε, και.. ; Σαν είν’ η πρώτη.. ; Αν ξεσκεπάσεις τους φόβους μου θα δεις αυλάκια τις ρωγμές να με ντύνουν. Να χαράζουν το άβουλο του κορμιού μου. Καλά είμαι. Μια ασημαντότητα στην αμηχανία της στιγμής. Αυτό είμαι. Μη περιμένεις από μένα δρασκελισμούς στην αιωνιότητα... Διστάζω. Φοβάμαι. Άσε που έμαθα και στα σταυρώματα απ’ τις σκιές… . . ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΣΤΑΘΑΚΟΠΟΥΛΟΥ . photo: Federico Erra […] κανείς δεν σ’έπιασε απ’ τους ώμους όσο ήταν ακόμα καιρός. Τώρα ο πηλός απ’τον οποίο φτιάχτηκες στέγνωσε και σκλήρυνε, και κανείς δε θα μπορέσει πια να ξυπνήσει μέσα σου τον κοιμισμένο μουσικό ή τον ποιητή ή τον αστρονόμο που έκλεινες ίσως στην αρχή μέσα σου. Δεν παραπονιέμαι πια για τις ριπές της βροχής. Η μαγεία του επαγγέλματος μου ξανοίγει έναν κόσμο όπου, πριν περάσουν ώρες, θ’αντιμετωπίσω μαύρους δράκοντες κορφές στεφανωμένες απο γαλάζιες αστραπές – κι όπου, όταν νυχτώσει, λυτρωμένος, θα βρίσκω τον δρόμο μου μες στ’άστρα. [...] . ΑΝΤΟΥΑΝ ΝΤΕ ΣΕΝΤ - ΕΞΙΠΕΡΥ (Antoine de saint-Exupery) - απόσπασμα απο το μυθιστόρημα "γη των ανθρώπων" εκδόσεις Ψυχογιός |
Archives
March 2024
Categories
All
|